Τρίτη 11 Αυγούστου 2015

Οικονομικές προεκτάσεις λύσης κυπριακού

*Του Μάριου Ζαχαριάδη

Η εκλογή ενός πολιτικού όπως ο Μουσταφά Ακκιντζί καταδεικνύει πως ένα μεγάλο ποσοστό των τουρκοκυπρίων δεν είναι ευχαριστημένο με τη σημερινή κατάσταση και επιζητεί μια συμβιβαστική λύση. Η εκλογή αυτή αντανακλά και δημιουργεί ξεκάθαρα καλύτερες συνθήκες για μια σωστή λύση του κυπριακού προβλήματος. Το άρθρο αυτό έχει στόχο να αναδείξει κάποιες από τις πιθανές οικονομικές προεκτάσεις της λύσης του κυπριακού πολιτικού προβλήματος.

Από την πλευρά των ελληνοκυπρίων, λύση του κυπριακού τη στιγμή που βρισκόμαστε στην πιο βαθιά κρίση της πρόσφατης μας οικονομικής ιστορίας, θα ήταν το έναυσμα που χρειάζεται η οικονομία για να επιταχύνει την πορεία εξόδου της από την κρίση.  Η μαζική αναδόμηση κτιριακών και άλλων υποδομών και η θετική ψυχολογία που θα δημιουργούσε για ντόπιους και ξένους επενδυτές θα ήταν μερικοί από τους λόγους για τους οποίους η λύση του κυπριακού θα λειτουργούσε ως μια δραστική επεκτατική οικονομική πολιτική με άμεσα θετικά αποτελέσματα. Π.χ., θα μπορούσε να αποτελέσει μια γρήγορη θεραπεία για τα ψηλά ποσοστά ανεργίας. 

Οι καλύτερες προοπτικές και η ανάκαμψη θα απάμβλυναν αισθητά και το πρόβλημα των κακών δανείων που αντιμετωπίζει ο τραπεζικός τομέας και κατ’ επέκταση η κυπριακή οικονομία. Η αύξηση στη ζήτηση δανείων που θα προκύψει από τις επενδυτικές ευκαιρίες, κάτι ιδιαίτερα σημαντικό μετά από μια τόσο έντονη τραπεζική κρίση, θα ήταν επίσης ενισχυτικά τόσο για τον τραπεζικό τομέα όσο και για την πραγματική οικονομία. Η λύση του κυπριακού θα αποτελούσε και μοναδική σανίδα σωτηρίας για τον οικοδομικό τομέα που έχει καταρρεύσει ανεπανόρθωτα με τα υφιστάμενα δεδομένα, ενώ θα δημιουργούσε νέες προοπτικές και στον τομέα του τουρισμού. Τέλος, η εκμετάλλευση της φυσικής εγγύτητας με τη μεγάλη αγορά της Τουρκίας και η δυνητική συνεργασία με την οικονομικά σημαντική αυτή χώρα θα άνοιγε νέες προοπτικές για υφιστάμενους και νέους τομείς, με θετική επίδραση στη μακροπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη. Κάποιες άλλες προεκτάσεις είναι ίσως λιγότερο εμφανείς, και πιο κάτω θα καταπιαστούμε αποκλειστικά με αυτές.


Ένα βασικό πρόβλημα που θα προκύψει μετά από τη λύση του κυπριακού αφορά τα δημοσιονομικά. Έστω ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δεν θα είχε άμεσες οικονομικές υποχρεώσεις για δημοσιονομικες τρύπες που προκύπτουν στη μια ή την άλλη πλευρά, η συστηματικότητα των δημοσιονομικών προβλημάτων λόγω της οικονομικής δομής στη μια πλευρά θα δημιουργούσε κοινωνική αναταραχή και οικονομική-πολιτική αστάθεια σε συστηματική βάση και στο ομόσπονδο κυπριακό κράτος. Συγκεκριμένα, η τ/κ οικονομία βασίζεται για δεκαετίες σε δυσανάλογο βαθμό στην εργοδότηση στον δημόσιο τομέα καθώς και σε άλλη άμεση ή έμμεση επιδότηση από την Τουρκία. Είναι δηλαδή εδώ και πολλά χρόνια μια μη βιώσιμη οικονομία την οποία συντηρά ένα άλλο κράτος. Η μη βιωσιμότητα των δημοσιονομικών είναι ένα μεγάλο πρόβλημα από μόνο του, όμως η διαχρονική εξάρτηση από την Τουρκία έχει δημιουργήσει επιπλέον κακές συνήθειες στο τ/κ δημόσιο και ευρύτερα στην τ/κ οικονομία διατηρώντας την σε μια χρόνια νηπιακή κατάσταση, όπου η ευημερία δεν βασίζεται τόσο στην παραγωγικότητα όσο στην επιδότηση εντός μιας σχέσης εξάρτησης.

Η τ/κ οικονομία θα πρέπει να λύσει λοιπόν σοβαρά δημοσιονομικά προβλήματα που θα γίνουν ιδιαίτερα ορατά μετά την αυτονόμηση της από την Τουρκία. Η λύση του κυπριακού θα δημιουργήσει καλύτερες οικονομικές προοπτικές για τους τουρκοκυπρίους, αλλά η αναγκαία δημοσιονομική προσαρμογή θα είναι τεράστια. Αν γίνει απότομα τέτοια προσαρμογή, θα υπάρξει πιθανώς ισχυρή κοινωνική αντίδραση από την πλευρά των τουρκοκυπρίων που θα δημιουργήσει πολιτική αστάθεια από τα πρώτα βήματα ενός ομόσπονδου κυπριακού κράτους. Από την άλλη, αν τα δομικά αυτά προβλήματα δεν επιλυθούν, τότε θα αποτελούν μια επαναλαμβανόμενη συστημική πηγή αστάθειας στην πορεία ενός ομόσπονδου κυπριακού κράτους. Τέλος, ακόμα και αν η Τουρκία επέλεγε να δώσει τη λύση στο άμεσο δημοσιονομικό πρόβλημα με διαγραφή χρέους και στη συνέχεια να δίνει λύσεις πληρώνοντας μέρος του δημοσιονομικού κόστους και μετά τη λύση του κυπριακού, τότε θα διατηρούσε δυσανάλογη επιρροή πάνω στους τουρκοκύπριους, ενώ οι συνεχείς ελλειμματικοί προϋπολογισμοί θα παραβίαζαν τους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ. Η τελευταία επιβάλλεται να αναλάβει μέρος του δημοσιονομικού κόστους για χρονικό διάστημα, και επιπρόσθετα να κατευθύνει τεχνοκρατικά τη δημοσιονομική προσαρμογή των τουρκοκυπρίων έτσι ώστε οι επιπτώσεις πάνω τους να είναι μικρότερες και λιγότερο απότομες, κάτι που θα συμβάλει και στη βιωσιμότητα και λειτουργικότητα ενός ομόσπονδου κυπριακού κράτους.

Σε κάθε περίπτωση, τα πιο πάνω θα πρέπει να ληφθούν υπ’ όψη σε οποιαδήποτε συμφωνημένη λύση έτσι ώστε το ομόσπονδο κυπριακό κράτος να μην αναλάβει δυσανάλογες και πιθανώς ασήκωτες ευθύνες και για να μην βρεθούμε προ εκπλήξεως με την πρώτη ύφεση που θα αντιμετωπίσουμε στο μέλλον, η οποία ως γνωστό αλληλεπιδρά αρνητικά με τις οποιεσδήποτε θεσμικές και δομικές αδυναμίες εμβαθύνοντας και τα οποιαδήποτε δημοσιονομικά προβλήματα. Πόσο μάλλον λόγω του ότι έχουμε απαγορευτικό επίπεδο δημόσιου χρέους, ενώ και στα κατεχόμενα υπάρχει μια τεράστια δημοσιονομική τρύπα. Η λύση του κυπριακού θα πρέπει αρχικά να συνάδει με ένα ικανοποιητικό βαθμό οικονομικής αυτονομίας έτσι ώστε να δημιουργεί τα σωστά οικονομικά κίνητρα στην κάθε πλευρά, και να κτίσει θεσμούς που θα ελέγχουν τις τάσεις για προκυκλική οικονομική πολιτική και πολιτικούς επιχειρηματικούς κύκλους.

Εν κατακλείδι, θα πρέπει να βρεθεί και να εφαρμοστεί λύση στο άμεσο αλλά και στο μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πρόβλημα της τ/κ οικονομίας. Αυτό θα αφορούσε μεγάλες μεταρρυθμίσεις, ουσιαστική οικονομική βοήθεια από την Ευρωπαϊκή Ένωση για σκοπούς ανάπτυξης αλλά και για άμεσους δημοσιονομικούς σκοπούς, καθώς και διαγραφή χρέους από την Τουρκία. Παράλληλα, η αναγκαιότητα της δημοσιονομικής προσαρμογής αλλά και οι μεγάλες προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης και κοινωνικής ενηλικίωσης μετά από μια λύση θα πρέπει να γίνουν ευρύτερα κατανοητές εντός της τουρκοκυπριακής κοινωνίας.

Η ευκαιρία που παρουσιάζεται στους Κυπρίους είναι μεγάλη, αλλά θα χρειαστεί ιδιαίτερη προσοχή για να κτιστεί ένα ομόσπονδο κυπριακό κράτος σε γερά οικονομικά θεμέλια και θεσμούς που να συνάδουν με την οικονομική και πολιτική του σταθερότητα και βιωσιμότητα σε βάθος χρόνου.

*Ο Μάριος Ζαχαριάδης είναι Καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Κύπρου. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου